Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

Ο Ιερέας ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΚΕΛΕΠΟΥΡΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ

Ναι, δεν είναι σωστό να ξύνουμε παλιές πληγές. Ναι, πρέπει να υπάρξει εθνική συμφιλίωση. 
Ναι, πρέπει να υπάρξει λήθη του κακού παρελθόντος, που διχάζει τους Έλληνες.
Ναι, αλλά η λήθη δεν μπορεί να είναι μονόπλευρη και να εμφανίζονται σήμερα οι προδότες ως ήρωες, και οι ήρωες ως προδότες. 
Ναι, αλλά δεν μπορεί να ξεχάσουμε την Ιστορία μας, γιατί οι λαοί που ξεχνούν την Ιστορία τους πεθαίνουν.
................................................................................................................................................................
  Eις το ορεινό χωριό ΑΕΤΟΣ Ξηρομερίου, το οποίον είναι κτισμένο σαν πραγματική αετοφωλιά εις τα γυμνά βράχια με τους 900 περίπου κατοίκους του, γεννήθηκε το 1895 ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΚΕΛΕΠΟΥΡΗΣ. Από μαθητής του Δημοτικού Σχολείου εξέφρασε την επιθυμία να αφοσιωθή εις την εκκλησία. Η οικογένεια του δεν του έφερε αντίρρησι. Έτσι έγινε παπάς. Ο παπά - Αναστάσης δημιούργησε μιά πολύ καλή οικογένεια. Η πρεσβυτέρα υπέροχη χριστιανή, όπως το ίδιο και τα έξη παιδιά τους, τέσσερα αγόρια και δύο κορίτσια, όλα ανήλικα την εποχή εκείνη της ξενικής κατοχής. Ο παπά - Αναστάσης με την πρεσβυτέρα ήταν πρότυπο οικογενείας. Ζούσαν χριστιανικά και ποτέ δεν παραμελούσαν τα εκκλησιαστικά τους καθήκοντα. Ο ιερεύς, έντιμος, ηθικών αρχών, ειλικρινής, συνειδητός και απόλυτα αφοσιωμένος στις Ελληνοχριστιανικές παραδόσεις μας. Υπήρξε φλογερός πατριώτης. Διά τούτο πολλάκις παρατηρούσε τους άθεους, ασεβείς κομμουνιστάς, συμβουλεύοντάς τους πατρικά, στοργικά, σαν καλός ποιμενάρχης. Η εθνική του τοποθέτησις, ο θρησκευτικός και ιδεολογικός του αγώνας, ήσαν εμπόδια για τους κομμουνιστάς. Έτσι απεφάσισαν να τον εξοντώσουν.

Την εποχή εκείνη εφημέρευε εις το παραθαλάσσιο χωριό Σπάρτο, με τους φιλήσυχους γεωργοκτηνοτρόφους κατοίκους του. Την 1η Ιουνίου 1944, μετά την Θεία Λειτουργία, που ετέλεσε εις τό εξωκκλήσι της ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ, επιστρέφοντας στο σπίτι του ο σεμνός ιερέας, συνελήφθη καθ' οδόν από τον πλέον αιμοβόρο εγκληματικό καπετάνιο του ΕΛΑΣ, Διονύσιο Κατσιγιάννη. Παρά τις διαμαρτυρίες του, οδηγήθηκε βάναυσα από κατσικόδρομους και σύδενδρα στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως εθνικιστών πατριωτών του χωρίου Κομπωτή Ξηρομέρου. Εκεί, οι άνανδροι βασανισταί του, επί πέντε συνεχείς ημέρες τον υπέβαλαν εις τα πλέον απάνθρωπα, μεσαιωνικά βασανιστήρια. Επί πλέον του έβγαλαν με τανάλιες τα νύχια από πόδια και χέρια. Οι πόνοι ήσαν αφόρητοι, το αίμα έρρεε από τις πληγές του, ενώ οι οιμωγές και τα βογγητά του ακούγονταν τραγικός αντίλαλος σε μεγάλη απόστασι της περιοχής. Οι απαίσιοι ερυθροί καννίβαλοι του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, γιά να διασκεδάσουν ακόμη περισσότερο το φρικτό κατάντημα του, εσκέφθησαν κάτι το σατανικό. Μετά τα βασανιστήρια που υπέστη, του είπαν οτι είναι ελεύθερος να φύγη γιά να επιστρέψη σπίτι του.

Ο κακότυχος παπά - Αναστάσης, στην αξιοθρήνητη κατάσταση του με χαίνουσες και αιμορραγούσες τις πληγές του σε πόδια και χέρια, πίστεψε ο άμοιρος τους δόλιους βασανιστάς του και παρά το τραγικό του κατάντημα, ξεκίνησε να πάη στην οικογένεια του, γιά να παύση και το δικό τους ψυχικό μαρτύριο. Μετά την αναχώρηση του από την 
Κομπωτή στάθμευσε γιά λίγο στην αγροτική κατοικία του Θωμά Παπαϊωάννου, καταγωμένου από την Κομπωτή, όπου και του προσεφέρθη φαγητό. Οι αδίστακτοι δήμιοι του τον περιέπαιζαν με την δήθεν φιλεύσπλαχνη απόφαση τους να τον αφήσουν ελεύθερο. Όμως την ώρα του φαγητού κάποιος του φώναξε να βγή έξω από την αγροικία. Ο ταλαίπωρος Ιερέας κατάλαβε. Κύτταξε τον αγρότη και του είπε με πνιγμένο αναστεναγμό: «Θωμά ήλθε το τέλος μου. Ο Θεός άς συγχωρήση και αυτούς κι' εμένα».
Σηκώθηκε, βγήκε έξω από την αγροικία και προχώρησε... Ξαφνικά μερικοί συμμορίτες πετάχθηκαν από τους κρυψώνες τους και τον συνέλαβαν με την κατηγορία οτι δήθεν δραπέτευσε από το στρατόπεδο συγκέντρωσης της Κομπωτής.
Μάλιστα ο Κωνσταντίνος Μήτσης, ένας σεσημασμένος εγκληματίας και αφάνταστα σκληρός στην μορφή και στην ψυχή, γνωστός κομμουνιστής από το χωριό  ΑΧΥΡΑ, ο οποίος κατά το παρελθόν κατεδικάσθη δι' αξιόποινες πράξεις και εξέτισε διάφορες ποινές σε εγκληματικές φυλακές και ο οποίος κατά την περίοδο εκείνη της τρομοκρατίας, της βίας και του εγκλήματος της επάρατης κατοχής εξετέλεσε εν ψυχρώ περισσότερους των 60 Ελλήνων πατριωτών, ευρίσκετο επικεφαλής των αγροίκων εκείνων συντρόφων του, άρπαξαν, έδεσαν τον παπά-Αναστάση και κακήν κακώς τον οδήγησαν στην τοποθεσία ΓΟΥΣΙ που απέχει περί τα δύο χιλιόμετρα από τό χωριό TPΥΦΟΣ  Ξηρομέρου. Ήταν περίπου 7η απογευματινή της 5ης προς 6ην Ιουνίου 1944. Στην τοποθεσία αυτή οι αγροίκοι του ΕΑΜ βασανισταί του, τον υπέβαλαν σε νέα φρικτότερα μαρτύρια.
  Αφού του έδεσαν πίσω στην πλάτη με καλώδια τα χέρια του, με τανάλια του ξερρίζωσαν τα δόντια, απολαμβάνοντες οι καννίβαλοι με σαδιστική ικανοποίησι το φρικτό μαρτύριο του δύσμοιρου ιερέως. Του εξώρρυξαν τα μάτια, του απέκοψαν τα αυτιά, του τραβούσαν βασανιστικά, απάνθρωπα, τα απόκρυφα μέλη του σώματος του και τελικά του τα απέκοψαν, ενώ βωμολοχούσαν και γελούσαν τα απαίσια αυτά κτήνη σαρκαστικά. Οι θρήνοι του από τους αφόρητους πόνους ήταν τόσο οδυνηροί, ώστε ο ανατριχιαστικός αντίλαλος τους που δονούσε την άγρια γύρω περιοχή ακούγονταν πένθιμος, καταθλιπτικός, εφιαλτικός, σε μεγάλη απόστασι, από την τοποθεσία του φρικτού μαρτυρίου του.
Μετά τα τόσο πρωτόγονα, απάνθρωπα αυτά βασανιστήρια, τον περιέλουσαν με πετρέλαιο, τον έρριξαν σε ασβεστοκάμινο και τον έκαψαν ζωντανό.

Τα εφιαλτικά, απάνθρωπα μαρτύρια και τον τραγικό θάνατο του καλοκάγαθου άγιου  ΚΕΛΕΠΟΥΡΗ, παρακολούθησε τυχαία η χήρα ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑ ΛΑΜΠΡΟΥ ΘΕΟΔΩΡΕΛΟΥ, η οποία έπαθε τέτοιο νευροψυχικό κλονισμό, ώστε επιστρέφοντας στο χωριό Τρύφου, αφού τα αφηγήθηκε με λυγμούς που συνεκλόνιζαν το κορμί της, ενώ τα δάκρυα της μούσκευαν το συσπασμένο από τον πόνο πελιδνό πρόσωπο της, πέθανε από συγκοπή καρδιάς από την τόσο εφιαλτική εκείνη τραγωδία που αντίκρυσε, που έζησε.
 Αυτό το τραγικό τέλος είχε ένας ακόμη εθνομάρτυς,  λαμπρός ιερέας, ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΚΕΛΕΠΟΥΡΗΣ, θύμα και αυτός των αρνησιπάτριδων, ειδεχθών εγκληματιών της Φυλής μας κομμουνιστοσυμμοριτών, διότι ήταν αφοσιωμένος εις τα ακατάλυτα Ιδεώδη της Φυλής μας και πιστός υπηρέτης του Κυρίου, και της Εκκλησίας μας.

πηγή: Βιβλίο Τ.Ι.Λαμπέα "Με το Φωτοστέφανο του Μαρτυρίου"