Τρίτη 9 Αυγούστου 2016

Άννα Κορακάκη. Το χρυσό κορίτσι με τις χρυσές βολές που μας έκανε υπερήφανους.


                         

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: Η Μάχη του Αετού Ξηρομέρου, 9 Αυγούστου 1822. Μια απο μεγαλύτερες και πιο καθοριστικές μάχες στην ιστορία της Δυτικής Ελλάδας.


     Μετά την καταστροφή των, υπό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ελληνικών στρατευμάτων στο Πέτα (4 Ιουλίου 1822), οι τουρκικές δυνάμεις με τους  πασάδες Ομέρ Βρυώνη και Ρεσίτ Κιουταχή και στρατιωτική δύναμη κοντά στους 10.000 τουρκαλβανούς απεφάσισαν να κατευθυνθούν προς κατάληψη του Μεσολογγίου. 

        Ο Ομέρ Βρυώνης με 6.000 άνδρες κατήλθε δια μέσου του Μακρυνόρους και Αχελώου, όπου στρατοπεδεύει στη Λεπενού και, ο Ρεσίτ Κιουταχής με 4.000 άνδρες και με αρωγό και τον Ισμαήλ Πλιάσσα αποβιβάστηκε στο Λουτράκι Κατούνας Ξηρομέρου, καταστρώνοντας στρατιωτικό σχέδιο για να φτάσει στο Μεσολόγγι, μέσω του οδικού άξονα: Λουτρακίου Κατούνας - Αετού – Ζάβιτσα - Μύτικα  που θα  περνούσε ο Κιουταχής, θα αιχμαλώτιζε περί τα 5.000  και πλέον γυναικόπαιδα που βρίσκονταν στα παράλια των Ακαρνανικών ακτών και θα τα οδηγούσε στο Μεσολόγγι για τα σκλαβοπάζαρα, σαρώνοντας αναντίρρητα στο διάβα του από  τον Αετό  προς Μπαμπίνη – Χρυσοβίτσα – Λεσίνι – Μεσολόγγι και, από Αετό προς Ζάβιτσα και δια  μέσω Τρυγοβίτσας – Δραγαμέστο – Λεσίνι θα έφθανε στο Μεσολόγγι.                                                                                   
       Όμως  αυτό το φοβερό και καταχθόνιο σχέδιο των Τούρκων, βρήκε σθεναρή αντίσταση από τους Ξηρομερίτες, όπου στις 9 Αυγούστου 1822 στον Προφήτη  Ηλία στον  Αετό Ξηρομέρου, διεξήχθη μεταξύ των τουρκικών δυνάμεων που επικεφαλής με 4000 τουρκαλβανούς ήταν ο Ρεσίτ Πασάς της Κιουτάγιας (ο γνωστός ως και Κιουταχής) και των ελληνικών δυνάμεων με 760-780 περίπου άνδρες, όπου επικεφαλής υπήρξε ο στρατηγός Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης (Βάρνακας) συνεπικουρούμενος με  επιφανείς, τότε, Οπλαρχηγούς, όπως τους: Θεόδωρος Γρίβας (Βόνιτσα), Δήμος Τσέλιος (Ζάβιτσα), Δημήτρης Παλιογιάννης (Βάτος), Ευστάθιος Κατσαρός (Λευκάδα- Βόνιτσα), Γιάννης Τσαούσης (Πλαγιά), Γιαννάκης Σουλτάνης (Μοναστηράκι), Αποστόλης Κουσουρής (Βάρνακας), Βασίλης Χασάπης (Δραγαμέστο), Γεράσιμος Φωκάς και Γεράσιμος Πανάς (Κεφαλλονίτες), Γιάννης Μπουκουβάλας (Βάλτος), Γαλάνης Μεγαπάνος, Κωνσταντής  Βαλιανάκης (Αετός), Νίκος Τσέλιος (Δραγαμέστο), Κωνσταντής Βέρρης (Μύτικα), Κώστας Γεροθανάσης (Πρόδρομος) κ.λπ. επιφανείς, τότε, Μπουλουξήδες......
    Τούτοι οι οπλαρχηγοί που βρίσκονταν στον Πέρσεβο Ξηρομέρου (και κατ΄ άλλους στον Τρύφου του Ξηρομέρου), πρωί –πρωί στις 9 Αυγούστου 1822, τραβήχτηκαν κάτω, προς τα υψώματα  του Αετού Ξηρομέρου, ήτοι, στο λόφο που βρίσκονταν ο Προφήτης Ηλίας. 
   Αντιθέτως  δε, ο Γεώργιος Τσόγκας, έκρινε σκόπιμο να αποσυρθεί  απ΄ τη θέση του Προφήτη Ηλία (διοικητικής περιφέρειας Αετού Ξηρομέρου) που είχαν αρχικά συνεκτιμήσει οι τρεις οπλαρχηγοί (Βαρνακιώτης, Γρίβας και Τσόγκας) και αποφασίζει να  περιοριστεί μέσα στον μαντρόκλειστο του μοναστηριού του Αγίου Νικολάου Αετού Ξηρομέρου με τους 420 άνδρες του (σημαντική δύναμη), έχοντας μαζί του και τον οπλαρχηγό Μάρκο Μπότσαρη που είχε, τότε, υπό την οδηγία του μόλις 15 Σουλιώτες. 
     Απείχε λοιπόν ο Γεώργιος Τσόγκας, παντελώς, απ΄ τη μάχη στη θέση του Προφήτη Ηλία στον Αετό Ξηρομέρου. Απείχε όμως και ο γενναίος οπλαρχηγός Μάρκος Μπότσαρης, ο οποίος τον Οκτώβριο του ιδίου έτους, ορίστηκε απ΄ τον Αλεξανδρο Μαυροκορδάτο, στρατηγός, των ελληνικών δυνάμεων στη Δυτική Ελλάδα, μετά τα γνωστά «καπάκια» και την αποστασιοποίηση του στρατηγού Γεωργίου Βαρνακιώτη απ΄ τα τεκταινόμενα του αγώνα. 
     Το γεγονός αυτό της αδράνειας του Μάρκου Μπότσαρη και του Γεωργίου Τσόγκα, το αναφέρει γραπτώς, πρώτος το 1851 στα «Απομνημονεύματά του» ο Νικόλαος Σπηλιάδης και, ακολούθως ο Κάρπος Παπαδόπουλος το 1861 στα «Απομνημονεύματα αγωνιστών του 1821 » και οι ιστορικοί Αγαπητός Αγαπητός, Γ. Κρέμος, Διον. Μιτάκης, Δ.Γ. Καμπούρογλου. 
        Συγκεντρώθηκαν λοιπόν στις λάκκες του Αετού (θέση Πηγάδια στον Προφήτη Ηλία) στις 9 Αυγούστου 1822, πολυάριθμοι Μπουλουξήδες των άτακτων Σωμάτων του Ξηρομέρου, όπου απ΄ την πολυετή έρευνά μας στους φακέλους των Αγωνιστών του ΄21, διεσώσαμε ονόματα συμμετασχόντων στη μάχη - χωρίς αυτό να  σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άλλοι μαχητές - όπως οι ακόλουθοι:
Θεόδωρος Γρίβας (Βόνιτσα), Φλώρος Γρίβας (Βόνιτσα), Σβίγκος Γρίβας (Βόνιτσα), Γιαννάκης και Γιώτης Βαρνακιώτης (Βάρνακας), Αντρέας και Κωσταντής και Τσάμης και Αποστόλης Γριβογιώργος (Κωνωπίνα), Στάθης Κατσαρός (Λευκάδα), Δημήτρης Παλιογιάννης (Βάτος), Γιαννάκης και Γεώργιος Σουλτάνης (Μοναστηράκι), Γιάννης και Χρήστος Τσαούσης (Πλαγιά), Δήμο Τσέλιος (Ζάβιτσα), Αποστόλης και Φώτης  Κουσουρής (Βάρνακας), Γιάννης Μπουκουβάλας (Βάλτος), Σταμούλης Καρπούζης (Βάρνακας),  Δημήτρης Παπάς (Μερδενίκου), Κωσταντής Βέρρης (Μερδενίκου), Κώστας Καπογιωργάκης (Πλαγιά), Νικόλαος και Στάθης Κόπελος (Βάρνακας), Κωνσταντής Βαλιανάκης (Αετό), Δημήτρης Μανιαβός (Αετός), Γρηγόρης Πράπας (Αετός), Νίκος Τσέλιος (Δραγαμέστο), Καραγιάννης και Κωσταντής Μαγουλιάνος (Αετός), Γεώργιος Καραίσκος (Κομποτή), Γιωργάκης και Καρούσος Μήτζης  ή Λιρομήτσης (Σούλι- Ζάβιτσα), Κώστας Γεροθανάσης (Πρόδρομος), Αλπίτσης Γεώργιος (Κανδήλα), Τσίκρικος Ευστάθιος (Πλαγιά), Πατρώνος Νικόλαος (Ζαβιτσα –Ζαβέρδα), Μορδόχας Νικόλαος (Βασιλόπουλο), Μπείρος Γεράσιμος (Τρύφου), Ανδρέας Στούπας (Κατούνα), Βασιλάκης Νικόλαος (Βάρνακας), Μπαμπινιώτης Νικόλαος (Μπαμπίνη), Τραυλός Τάτσης (Βούστρι), Μαγαζής Αθανάσιος (Κατούνα), Μαργιόλης Σταθάκης (Αχυρά), Νικάκης Αντρέας (Τρύφου), Σκυφτούλης Δημήτριος (Κατούνα), Γιαταγάνας Γιάννης (Κανδήλα), Δρακάς ή Κρίθυμος Χρήστος (Ζάβιτσα), Καρδαράς Αθανάσιος (Κανδήλα), Μήτζαινας Γιωργάκης (Βάρνακας), Τσούνης Γεώργιος (Βούστρι), Νίκος Γιάννης ή Φραγκογιάννης (Ζάβιτσα), Στάθης Χεινόπωρος ή Πεταλιάς (Ζάβιτσα), Σπύρου Αθανάσιος και Αποστόλης (Αχυρά), Πετιμέζης Γιαννάκης (Κατούνα), Τζαδήμας Αθανάσιος (Κατούνα), Ζαβιτσάνος Γρηγόρης (γιατρός - Ζάβιτσα), Ζέρβας Δημήτριος (Ζάβιτσα), Σαρδελής Στάθης (Μερδενίκου), Μπεκιράκης Γιάννης (Κωνωπίνα), Βασίλης  και Αναστάσιος και Κώστας Χασάπης (Δραγαμέστο), Γραμματικού Ιωάννης (Κανδήλα), Φατσιλέτος Γιάννης (Χρυσοβίτσα), Ζούπας Σπύρος (Βασιλόπουλο), Κολοκύθας Γεώργιος (Κωνωπίνα), Κολοβελώνης Κώστας (Βόνιτσα), Κουτσουμπίνας Νίκος (Μαχαλάς), Πανούτσος Πλαγιώτης (Πλαγιά), Αθανάσιος Καλατζής (Τρύφου), Γεώργιος Καραλής (Τρύφου), Νικόλαος Τζούνης ή Ρούπας (Ζάβιτσα), Δήμος Λαχήστρος (Τρύφου), Μήτσος και Γιάννης Τζιτζώνης (Κατούνα), Γαλάνης Μεγαπάνος και Γαλάνης Παναγής (Μαχαλάς), Δημ. Κόλιος (Κανδήλα), Ιω. Λύτρας (Κανδήλα), Δημ. Μακρυστάθης (Κανδήλα), Κώστας Μουρκούσης (Ζάβιτσα), Αναγνώστης και Παναής Παπαναστάσης (Ζάβιτσα), Πέτρος Φαρμάκης (Μαχαλάς), Σπ. Περδίκης (Κανδήλα), Δημ. Πίκος (Μπαμπίνη), Κάρκας Χρήστος (Κωνωπίνα), Κατσιρομήτζος Γιάννης (Ρούστα - Πρόδρομος), Λούτζης Νάσος (Κωνωπίνα), Μπουμπούλης Πάνος (Κατούνα), Ράπος Δήμος (Κωνωπίνα), Τραυλός Τάτσης (Αχυρά), Φρέμης Δημήτριος (Βασιλόπουλο), κ.λ.π μικροπλαρχηγοί, οι οποίοι υπό τις πνευματικές ευλογίες του Ηγούμενου της Ζαμπατίνας Νικηφόρου Ζαβογιάννη, μαζεύτηκαν όλοι τους και με τους υπό την οδηγία  τους στρατιώτες, πολέμησαν τον Κιουταχή  στον Προφήτη Ηλία του Αετού Ξηρομέρου.
         Όλοι αυτοί οι oπλαρχηγοί και Μπουλουξήδες υπό τις οδηγίες και την αρχηγία  του στρατηγού  Γεωργίου Νικολού Βαρνακιώτη, συνήψαν την προαναφερθείσα τρομερή μάχη που κράτησε  εννέα  ώρες, μάχη στην οποία πολέμησαν οι προαναφερθέντες αλλά και άλλοι άγνωστοι σε μας στρατιώτες και oπλαρχηγοί. 
    Η μάχη  αυτή διήρκησε σχεδόν μια ημέρα, με το πυρ να λάμπει εκατέρωθεν  και να  αστράφτουν τα μαχαίρια και τα σπαθιά, το δε ντουφέκι να βροντοχτυπάει απ΄ τους καθημαγμένους Ξηρομερίτες  και  η  κλαγγή των όπλων με τις κραυγές τις ιαχές και τους αλαλαγμούς που υψώνονταν στους ουρανούς, αντηχούσαν εξαίσια στα απέναντι Ακαρνανικά όρη (Μπούμιστος).
     Οι Ξηρομερίτες, μαχόμενοι σώμα με σώμα με τους Τούρκους που έτρεχαν άνω κάτω και αλληλοκτονούνταν, αναγκάζουν αυτούς σε άτακτο φυγή, με αποτέλεσμα  να επιστέψουν στο Λουτράκι Κατούνας όπου υπήρχε η βάση του ανεφοδιασμού των Ομέρ Βρυώνη και Ρεσίτ Κιουταχή.
      Στη μάχη αυτή που ο ιστορικός Απόστολος Βακαλόπουλος την αποκαλεί τιτανομαχία και ήταν, σκοτώθηκαν 156 Τούρκοι και με  λεία για τους Έλληνες αναρίθμητα λάφυρα οι δε απώλειες των ήταν μηδαμινές, μετρούμενες σε 5 νεκρούς Ξηρομερίτες και σε αντίστοιχους περίπου μικροτραυματισμούς.
         Για την περίτρανη και λαμπρή μάχη στον Αετό του Ξηρομέρου έχουν γράψει πολλοί συγγραφείς αμέσως  μετά την αποκατάσταση του ελληνικού κράτους, όπως οι: Νικόλαος Σπηλιάδης στα  «Απομνημονεύματα του» τ. Α΄ σελ .431-432 έκδοση 1851 όπου αναφέρει τα εξής: 
   «ο Βαρνακιώτης προσεβλήθη άλλοτε εις τον Αετόν, εις την θέσιν του Προφήτη Ηλιού, από τον Κιουταχήν και τον ανταπέκρουσε μαχόμενος οχτώ ώρας καίτοι έχοντα ανωτέραν δύναμιν και τέλος τον ηνάγκασεν να υποχωρήσει. Τότε δη κινδυνεύσας ο Βαρνακιώτης προσεκάλεσεν εις βοήθειαν του τον Μάρκον Μπότσαρην και Γεώργιον Τσόγκαν ευρισκόμενοι εις τον Αγιον Νικόλαον ημίσεαν ώραν μακράν και αυτοί έμειναν απλοί θεατές… ».
                            ....................                     
   Ο  Κάρπος Παπαδόπουλος στα Απομνημονεύματα των Αγωνιστών του 1821 έκδοση του 1861 (Τα κατά Γ. Βαρνακιώτην, έκδοση Τσουκαλά ,12, 175) αναφέρει για την μάχη του Αετού: 
   «ο Βαρνακιώτης, διο και δραμών παραχρήμα την 9ην Αυγούστου 1822…..και καταλαβών την απέναντιν ράχιν του χωρίου Αετού του Ξηρομέρου, εις τον Προφήτην Ηλίαν, αφ΄ όπου οι Τούρκοι αναγκαίως έμελλον να προχωρήσουν, αντεπαρετάχθη κατά των εχθρών… Εν τέταρτον της ώρας, μακράν της μάχης εις την μανδρόκλειστον εκκλησίαν του Αγίου Νικολάου, οχηρώθησαν ο Μάρκος Μποτζαρης και ο Γεώργιος Τζόγκας, οπλαρχηγοί, οίτινες καίτοι προσκληθέντες επανειλημμένως από τον Βαρνακιώτην να δράμωσιν εις βοήθειάν του απεποιήθησαν, αφήσαντες αυτόν εις την απώλειαν. Ο δε Βαρνακιώτης, μαχόμενος ηρωικώς και προκινδινεύων με τον ολιγάριθμον αυτόν στρατόν του, επί έξι ολοκλήρους ώρας, καταπολέμησε τους Τούρκους, εφόνευσε και επλήγωσε πάμπολλους,  τους ανδρειώτερους, και ηνάγκασεν αυτούς κακήν κακώς να επιστρέψουν εις τον εν Λουτράκι στρατόπεδόν των...» 
.................
    Ο Νικόλαος Φυσεντζίδης «Αυτόγραφαι επιστολαί. έκδοση Αλεξάνδρεια 1893» αναφέρει για την μάχη του Αετού. Πρώτα από γράμμα του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου της 10ης Αυγούστου 1822 που άρχιζε ως εξής: 
« Ο Πρόεδρος του Εκτελεστικού
Προς τον Γενναιότατον Στρατηγόν Κύριον Γεωργάκην Νικολού  Βαρνακιώτην.
        Το από 9 Αυγούστου γράμμα σας έλαβα και εχάρην πολύ δια τας καλάς αγγελίας όπου αυτή την φοράν μου εδώσατε. Εγώ ευθύς τας μετέδωσα παντού δια να εμψυχώσω τον κόσμον όλον. Έγραψα και εις Πελοπόννησον ωσαύτως δια να μαθωσιν ότι οι Ρουμελιώται  ηξευρουν να νικούν όταν θέλουν. (σελ. 153-154) και Αρχείο Μαυροκορδάτου τ. Β΄,  έκδοση 1965».
 
 Ο νικητής της μάχης του Αετού Γιώργος Βαρνακιώτης 
             
     Μολονότι για το μελετητή, τα άνω αποδεικτικά είναι εύγλωττα,  ότι ως προς το ότι η μάχη του Αετού δόθηκε την 9ην Αυγούστου 1822, όμως και για τον καθένα  η ακόλουθη  επιστολή, δημοσιευμένη από το 1905 υπό του Μενέλαου Πανά (Μονογραφία περί  της καθόδου δράσεως της οικογενείας Πανά. Παράρτημα Γ΄  επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές, όταν  μάλιστα η επιστολή υπογράφεται ιδιοχείρως από τον στρατηγό Γεώργιο Βαρνακιώτη μόλις είκοσι (20) ημέρες μετά την διεξαγωγή της περίτρανης και λαμπρότατης μάχης του Αετού Ξηρομέρου. 
 
«Κύριε Γεράσιμε Πανά 
Συ αγωνισθείς απ αρχής  της Επαναστάσεως εις τον ιερόν τούτον αγώνα, και επαρακινηθείς μόνον δια της ακράτου φιλογενειας, ώστε υπόφερες βέβαια εις τον εαυτον σου πολλάς  δυστυχίας και βάσανα χωρίς να ωφεληθείς το μηδέν καλόν, αλλά  μάλλον όλως να δυστυχής…. 
        Συ ο ίδιος λέγω ευρέθης και εις την εκεί τρομεράν μάχην εις το όρος του Προφήτου Ηλιού προς το μέρος του Αετού της Ακαρνανίας εν έτει: 1822: μηνί: Αυγούστου 9. Και συγκροτηθείσης της μάχης κατά των εναντίον των εκεί ευρισκομένων, χιλιάδες επταμισυ, ιδε ημείς παραταχθεντες Έλληνες  κατ΄ αυτόν εφτακόσια 700 εξήκοντα 60  (760) και του θεού βοηθούντος! οι Έλληνες ενίκησαν. Και εις αυτήν την μαχην δεν έλειψες, κύριε  Πανά, να φέρεις εις τον εαυτόν σου όλας τας αρετάς ενός γενναίου στρατιώτου (και δις επληγώθης ) …………….
Τη 2 Σεμτεμβρίου 1822 Ξηρόμερον, εκ του Στρατοπέδου   
Γεωργάκης Νικολού  Βαρνακιώτης »
.....................
   Βλέπουμε ότι μόλις 20 μέρες μετά την διεξαγωγή της μάχης, ο κύριος συντελεστής της, o στρατηγός Γεώργιος Νικολού Βαρνακιώτης, δίνει πιστοποιητικό στον Κεφαλλονίτη Οπλαρχηγό, Γεράσιμο Πανά, όπου μεταξύ των άλλων προσδιορίζει την ημερομηνία και το μέρος που διεξήχθη η μάχη.  
          Ανάλογο πιστοποιητικό με ημερομηνία 15 Δεκεμβρίου 1822 δίνεται από τον Γεώργιο Βαρνακιώτη και στον πενήνταρχο, Νικόλαο Τζούνη ή Ρούπα (Ζάβιτσα), που δημοσιεύουμε ως κάτωθι αυτούσιο σε κείμενο και σε πρωτότυπη μορφή, απ΄ το πλούσιο ανέκδοτο αρχείο μας:
 Πιστοποιητικό στρατιωτικών εκδουλεύσεων του Πενήνταρχου Νικολάου Τζούνη ή Ρούπα από την Ζάβιτσα (Αρχοντοχώρι) Ξηρομέρου, υπογεγραμμένο ιδιοχείρως από το στρατηγό Γεώργιο Νικολού Βαρνακιώτη στις 15 Δεκεμβρίου 1822 (ανέκδοτο έγγραφο απ΄ το  αρχείο μας)   
« Πιστοποιούται δια του παρόντος ότι ο Κ. Νικόλαος Τζούνης Ξηρομερίτης, απ΄ αρχής του ιερού αγώνος της πατρίδος, ηγωνίσθη παρευρεθείς υπό την οδηγίαν μου εις την εν Βραχωρίω, και Ζαπαντίω μάχην. μετά την πτώσιν τούτου, εις την της Λαγκάδας μάχην, εις την εν Βονίτζη και Μοναστηράκι, και εις την της Αρτης μάχην, εις Πλάκαν, και Τζουμέρκων, και Πέτα, όπου πολλάκις εκρατήσαμεν πόλεμον, κατά του Οθωμανικού στρατού, και επομένως εις την του Λουτρακίου και Αετού μάχην κατά του Κιουταχή, όπου και κατ΄αυτών και καθ΄ όλας τας μάχας, ηκολούθησε γενναίως και ανελλιπώς τα χρέη του.  Διό και του δίδετε το παρόν να το παρουσιάση εν καιρώ  όπου ανήκει  εις  αμοιβήν  των  εκδουλεύσεων του
Την 15 Δεκεμβρίου 1822 εν Δραγαμέστω.
Γεωργάκης Νικολού Βαρνακιώτης » 
...........................       
        Αλλά και ο στρατηγός και Βουλευτής Ακαρνανίας Θεόδωρος Γρίβας στην ομιλία του  στη Βουλή  στις 11 Φεβρουαρίου 1846, απαντώντας προς τον επίσης Βουλευτή Ακαρνανίας Νικόλαο Γεωργάκη Μαυρομμάτη, ανέφερε  τα ακόλουθα: 
      [«Δια να σε κάμω δε, κ. Μαυρομμάτη, να μάθης την αληθή νέαν της Ελλάδος ιστορίαν, επειδή και εγώ αυτός είμαι μέρος αυτής, και να σε αποδείξω ότι όστις των φίλων σου σε διηγήθη αυτά όσα είπες σε απάτησε ως άσπονδος εχθρός σου, άκουσε να σου τα διηγηθώ εγώ από του βήματος τούτου  της Βουλής  ενώπιον όλων των συναγωνιστών μου οι οποίοι καλλίτερα και από  εσε και από εκείνους οπού σε απάτησαν τα γνωρίζουν. 
     Εγώ κ. Μαυρομματη  ήλθα εις την Πατρίδα μου Ακαρνανίαν κατά το 1820 ήτοι έναν χρόνον προ της επαναστάσεως……ο πρώτος πόλεμος που εχτυπήσαμεν τους Τούρκους ήτον εις το Βραχώρι  κέντρον τότε της δυνάμεως των Τούρκων εις την Δυτικήν Ελλάδα, ο Δεύτερος εις το Ζαπάντι, Τρίτος εις την Λαγκάδα του Μακρυνόρους, Τέταρτος  εις του Πέτα, Πέμπτος εις την Πλάκαν, έκτος πάλιν εις του Πέτα, Έβδομος εις του Κομπότι, Όγδοος πάλιν εις το Μακρυνόρος, Ένατος εις Λουτράκι όπου μόνος εσταθήκαμε τους συντρόφους  του από το Μακρυνόρος, εις την Βόνιτσαν έξι φορές, πάλιν εις Κομπότι, εις την Άρταν, εις την θέσιν Πέρσεβον  πλησίον της Κατούνας, εις τον κάμπον εις τα Αχυρά, εις τον Αετόν, και μετά τούτου του δυνατού πολέμου επροσκύνησαν οι Καπεταναίοι εις τους Τούρκους (Βαρνακιώτης, Ράγκος, ΄Ισκος) μετά την την ένδοξον ημών  νίκην τους οποίους συ επι του βήματος τούτου τόσον πολύ τους επαίνεσες…». Εφημερίδα ΖΕΦΥΡΟΣ φ.225/184 ]
Η απαρίθμηση των μαχών που συμμετείχε κατά την Επανάσταση του ΄21 ο στρατηγός Θεόδωρος Γρίβας.  Μεταξύ των  μαχών  που αναφέρει - στην ομιλία του στη Βουλή των Ελλήνων - είναι και η μάχη εις τον ΑΕΤΟΝ (εφημερίδα ΖΕΦΥΡΟΣ φ. 225/1846).                                                     
       Βλέπουμε ότι και ο στρατηγός Θεόδωρος Γρίβας και αυτός απ΄ τους κυριότερους συντελεστές της μάχης του Αετού, την ονοματίζει στις μάχες που  απαρίθμησε μέσα στο Κοινοβούλιο, ως  μάχη  του Αετού και μάλιστα την αναφέρει, ότι:  μετά την ένδοξον ημών νίκην, και επί πλέον, το οποίο είναι και αληθές, ότι, οι άλλοι οπλαρχηγοί (Βαρνακιώτης, Ισκος, Ράγκος, Μπακόλας κ.λ.π) προσκύνησαν  τους Τούρκους. [Ως γνωστόν ο Γεώργιος Βαρνακιώτης αποστασιοποιήθηκε απ  τα τεκταινόμενα τον Οκτώβριο του 1822 και επανήλθε στο ελληνικό στράτευμα τον Μάρτιο του 1828.]
- Και  άλλος στρατηγός  αλλά και πολιτικό πρόσωπο, τότε, το 1846, αναφέρει και μάλιστα μέσα στη Βουλή των Ελλήνων, ότι  η μάχη έγινε στον Αετό Ξηρομέρου, στην οποία όπως προείπαμε συμμετείχε  σαυτήν.
 
Επίσης για τη μάχη εις τον Αετό Ξηρομέρου, αναφέρουν επί πλέον και οι κάτωθι: 

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

Ο Ιερέας ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΚΕΛΕΠΟΥΡΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ. ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ

Ναι, δεν είναι σωστό να ξύνουμε παλιές πληγές. Ναι, πρέπει να υπάρξει εθνική συμφιλίωση. 
Ναι, πρέπει να υπάρξει λήθη του κακού παρελθόντος, που διχάζει τους Έλληνες.
Ναι, αλλά η λήθη δεν μπορεί να είναι μονόπλευρη και να εμφανίζονται σήμερα οι προδότες ως ήρωες, και οι ήρωες ως προδότες. 
Ναι, αλλά δεν μπορεί να ξεχάσουμε την Ιστορία μας, γιατί οι λαοί που ξεχνούν την Ιστορία τους πεθαίνουν.
................................................................................................................................................................
  Eις το ορεινό χωριό ΑΕΤΟΣ Ξηρομερίου, το οποίον είναι κτισμένο σαν πραγματική αετοφωλιά εις τα γυμνά βράχια με τους 900 περίπου κατοίκους του, γεννήθηκε το 1895 ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΚΕΛΕΠΟΥΡΗΣ. Από μαθητής του Δημοτικού Σχολείου εξέφρασε την επιθυμία να αφοσιωθή εις την εκκλησία. Η οικογένεια του δεν του έφερε αντίρρησι. Έτσι έγινε παπάς. Ο παπά - Αναστάσης δημιούργησε μιά πολύ καλή οικογένεια. Η πρεσβυτέρα υπέροχη χριστιανή, όπως το ίδιο και τα έξη παιδιά τους, τέσσερα αγόρια και δύο κορίτσια, όλα ανήλικα την εποχή εκείνη της ξενικής κατοχής. Ο παπά - Αναστάσης με την πρεσβυτέρα ήταν πρότυπο οικογενείας. Ζούσαν χριστιανικά και ποτέ δεν παραμελούσαν τα εκκλησιαστικά τους καθήκοντα. Ο ιερεύς, έντιμος, ηθικών αρχών, ειλικρινής, συνειδητός και απόλυτα αφοσιωμένος στις Ελληνοχριστιανικές παραδόσεις μας. Υπήρξε φλογερός πατριώτης. Διά τούτο πολλάκις παρατηρούσε τους άθεους, ασεβείς κομμουνιστάς, συμβουλεύοντάς τους πατρικά, στοργικά, σαν καλός ποιμενάρχης. Η εθνική του τοποθέτησις, ο θρησκευτικός και ιδεολογικός του αγώνας, ήσαν εμπόδια για τους κομμουνιστάς. Έτσι απεφάσισαν να τον εξοντώσουν.

Την εποχή εκείνη εφημέρευε εις το παραθαλάσσιο χωριό Σπάρτο, με τους φιλήσυχους γεωργοκτηνοτρόφους κατοίκους του. Την 1η Ιουνίου 1944, μετά την Θεία Λειτουργία, που ετέλεσε εις τό εξωκκλήσι της ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ, επιστρέφοντας στο σπίτι του ο σεμνός ιερέας, συνελήφθη καθ' οδόν από τον πλέον αιμοβόρο εγκληματικό καπετάνιο του ΕΛΑΣ, Διονύσιο Κατσιγιάννη. Παρά τις διαμαρτυρίες του, οδηγήθηκε βάναυσα από κατσικόδρομους και σύδενδρα στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως εθνικιστών πατριωτών του χωρίου Κομπωτή Ξηρομέρου. Εκεί, οι άνανδροι βασανισταί του, επί πέντε συνεχείς ημέρες τον υπέβαλαν εις τα πλέον απάνθρωπα, μεσαιωνικά βασανιστήρια. Επί πλέον του έβγαλαν με τανάλιες τα νύχια από πόδια και χέρια. Οι πόνοι ήσαν αφόρητοι, το αίμα έρρεε από τις πληγές του, ενώ οι οιμωγές και τα βογγητά του ακούγονταν τραγικός αντίλαλος σε μεγάλη απόστασι της περιοχής. Οι απαίσιοι ερυθροί καννίβαλοι του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ, γιά να διασκεδάσουν ακόμη περισσότερο το φρικτό κατάντημα του, εσκέφθησαν κάτι το σατανικό. Μετά τα βασανιστήρια που υπέστη, του είπαν οτι είναι ελεύθερος να φύγη γιά να επιστρέψη σπίτι του.

Ο κακότυχος παπά - Αναστάσης, στην αξιοθρήνητη κατάσταση του με χαίνουσες και αιμορραγούσες τις πληγές του σε πόδια και χέρια, πίστεψε ο άμοιρος τους δόλιους βασανιστάς του και παρά το τραγικό του κατάντημα, ξεκίνησε να πάη στην οικογένεια του, γιά να παύση και το δικό τους ψυχικό μαρτύριο. Μετά την αναχώρηση του από την 
Κομπωτή στάθμευσε γιά λίγο στην αγροτική κατοικία του Θωμά Παπαϊωάννου, καταγωμένου από την Κομπωτή, όπου και του προσεφέρθη φαγητό. Οι αδίστακτοι δήμιοι του τον περιέπαιζαν με την δήθεν φιλεύσπλαχνη απόφαση τους να τον αφήσουν ελεύθερο. Όμως την ώρα του φαγητού κάποιος του φώναξε να βγή έξω από την αγροικία. Ο ταλαίπωρος Ιερέας κατάλαβε. Κύτταξε τον αγρότη και του είπε με πνιγμένο αναστεναγμό: «Θωμά ήλθε το τέλος μου. Ο Θεός άς συγχωρήση και αυτούς κι' εμένα».
Σηκώθηκε, βγήκε έξω από την αγροικία και προχώρησε... Ξαφνικά μερικοί συμμορίτες πετάχθηκαν από τους κρυψώνες τους και τον συνέλαβαν με την κατηγορία οτι δήθεν δραπέτευσε από το στρατόπεδο συγκέντρωσης της Κομπωτής.
Μάλιστα ο Κωνσταντίνος Μήτσης, ένας σεσημασμένος εγκληματίας και αφάνταστα σκληρός στην μορφή και στην ψυχή, γνωστός κομμουνιστής από το χωριό  ΑΧΥΡΑ, ο οποίος κατά το παρελθόν κατεδικάσθη δι' αξιόποινες πράξεις και εξέτισε διάφορες ποινές σε εγκληματικές φυλακές και ο οποίος κατά την περίοδο εκείνη της τρομοκρατίας, της βίας και του εγκλήματος της επάρατης κατοχής εξετέλεσε εν ψυχρώ περισσότερους των 60 Ελλήνων πατριωτών, ευρίσκετο επικεφαλής των αγροίκων εκείνων συντρόφων του, άρπαξαν, έδεσαν τον παπά-Αναστάση και κακήν κακώς τον οδήγησαν στην τοποθεσία ΓΟΥΣΙ που απέχει περί τα δύο χιλιόμετρα από τό χωριό TPΥΦΟΣ  Ξηρομέρου. Ήταν περίπου 7η απογευματινή της 5ης προς 6ην Ιουνίου 1944. Στην τοποθεσία αυτή οι αγροίκοι του ΕΑΜ βασανισταί του, τον υπέβαλαν σε νέα φρικτότερα μαρτύρια.
  Αφού του έδεσαν πίσω στην πλάτη με καλώδια τα χέρια του, με τανάλια του ξερρίζωσαν τα δόντια, απολαμβάνοντες οι καννίβαλοι με σαδιστική ικανοποίησι το φρικτό μαρτύριο του δύσμοιρου ιερέως. Του εξώρρυξαν τα μάτια, του απέκοψαν τα αυτιά, του τραβούσαν βασανιστικά, απάνθρωπα, τα απόκρυφα μέλη του σώματος του και τελικά του τα απέκοψαν, ενώ βωμολοχούσαν και γελούσαν τα απαίσια αυτά κτήνη σαρκαστικά. Οι θρήνοι του από τους αφόρητους πόνους ήταν τόσο οδυνηροί, ώστε ο ανατριχιαστικός αντίλαλος τους που δονούσε την άγρια γύρω περιοχή ακούγονταν πένθιμος, καταθλιπτικός, εφιαλτικός, σε μεγάλη απόστασι, από την τοποθεσία του φρικτού μαρτυρίου του.
Μετά τα τόσο πρωτόγονα, απάνθρωπα αυτά βασανιστήρια, τον περιέλουσαν με πετρέλαιο, τον έρριξαν σε ασβεστοκάμινο και τον έκαψαν ζωντανό.

Τα εφιαλτικά, απάνθρωπα μαρτύρια και τον τραγικό θάνατο του καλοκάγαθου άγιου  ΚΕΛΕΠΟΥΡΗ, παρακολούθησε τυχαία η χήρα ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑ ΛΑΜΠΡΟΥ ΘΕΟΔΩΡΕΛΟΥ, η οποία έπαθε τέτοιο νευροψυχικό κλονισμό, ώστε επιστρέφοντας στο χωριό Τρύφου, αφού τα αφηγήθηκε με λυγμούς που συνεκλόνιζαν το κορμί της, ενώ τα δάκρυα της μούσκευαν το συσπασμένο από τον πόνο πελιδνό πρόσωπο της, πέθανε από συγκοπή καρδιάς από την τόσο εφιαλτική εκείνη τραγωδία που αντίκρυσε, που έζησε.
 Αυτό το τραγικό τέλος είχε ένας ακόμη εθνομάρτυς,  λαμπρός ιερέας, ο ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΚΕΛΕΠΟΥΡΗΣ, θύμα και αυτός των αρνησιπάτριδων, ειδεχθών εγκληματιών της Φυλής μας κομμουνιστοσυμμοριτών, διότι ήταν αφοσιωμένος εις τα ακατάλυτα Ιδεώδη της Φυλής μας και πιστός υπηρέτης του Κυρίου, και της Εκκλησίας μας.

πηγή: Βιβλίο Τ.Ι.Λαμπέα "Με το Φωτοστέφανο του Μαρτυρίου"