Γράφει ο Αλέξης Παπαναστάσης.
Ο
παπά - Γιώργης σήμανε την ακολουθία των Χριστουγέννων, δυο περίπου ώρες
πριν φέξει. Η χαρμόσυνος κλαγγή της καμπάνας του Αγίου Νικολάου μας
ξύπνησε γλυκά. Η φύση στα καλύτερα της, όπως αρμόζει στην Άγια - Νύχτα.
Αίθριος ο ουρανός, ολόγιομο το φεγγάρι είχε πάρει την κατιούσα προς τη
Δύση, τα άστρα έτρεμαν στο στερέωμα και ο Αυγερινός έφεγγε με βαθιά
λάμψη.
Οι τρεις μεγάλοι πολύκλαδοι πολυέλαιοι, κρεμάμενοι από τον τρούλο,
άναψαν. Φωτεινός ο ναός, απαστράπτων ο Παντοκράτωρ, με τη μεγάλη και
επιβλητική μορφή, επάνω εις τον θόλο, ακτινοβόλησε η μεγάλη εικόνα της
Γεννήσεως εις το τέμπλο….
Λαμπερός και ο παπά - Γιώργης, ο αφοσιωμένος στον θεό, ο στοργικός
πατέρας που έχει την ευθύνη, αλλά και το χαρισματικό προνόμιο να
ερμηνεύει, να διδάσκει και να διασφαλίζει την αλήθεια του Θεού μέσα στην
ενορία μας.
Οι ηδύφωνοι, μελίρρυτοι, μελίφθογγοι ιεροψάλτες Νίκος Λάσκαρης (Μπάκας),
Γιώργος Καραβιάς, Άρης Δεδόπουλος, Ζαχαρούλα Φιλοθέου απέδωσαν τους
ύμνους, τα κοντάκια, τα τροπάρια και το απολυτίκιο της εορτής.
Θαυμάσια στο σύνολό της η υμνογραφία των Χριστουγέννων. Οι μεγαλόπρεποι
ύμνοι μας μεταφέρουν στο σπήλαιο της Βηθλεέμ, όπου γεννάται ο Χριστός εκ
της Παρθένου, όπου οι αγραυλούντες ποιμένες προσκυνούν, όπου οι Μάγοι
προσφέρουν τα δώρα τους και όπου οι άγγελοι υμνούν και δοξάζουν το
ακατάληπτο μυστήριο της Σαρκώσεως.
«Δεύτε ίδωμεν πιστοί που εγεννήθη ο Χριστός, ακολουθήσωμεν, λοιπόν, ένθα οδεύει ο αστήρ…»
Άριστα εκφράζουν το θεολογικό βάθος της εορτής και τα δυο γνωστά τροπάρια:
«Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει και η γη το σπήλαιον, τω απροσίτω προσάγει..»
«Η Γέννησίς σου Χριστέ ο Θεός ημών, ανέτειλε τω κόσμω το φως το της γνώσεως…»
Παιδικές θύμισες έρχονται στο μυαλό μας τότε που η εορτή των
Χριστουγέννων αντικατόπτριζε την άδολη πίστη του απλοϊκού λαού και
κρατούσε σφικτά δεμένη την οικογένεια. Ήθη, έθιμα και παραδόσεις έκαναν
το ελληνικό σπίτι να μοιάζει με φρούριο μέσα στο οποίο φυλάσσονταν μ’
ευλάβεια θησαυροί πολύτιμοι, οι αξίες της Φυλής.
Αλησμόνητα Χριστούγεννα …
Σήμερα άνθρωποι αποκαρδιωμένοι. Απελπισμένη η ανθρώπινη λογική από την
κοινωνική αδικία, από τα αξεπέραστα προβλήματα, από τα πολιτικά
συστήματα, από τους ηγέτες, από την ανεργία, από τα αδιέξοδα.
Η χώρα μας, που κάποτε έδωσε τα φώτα στην οικουμένη κατάντησε να
δανείζεται τα φώτα της δύσης, καθώς η πατρίδα μας βυθίζεται, εδώ και
καιρό, σταδιακά στο σκοτάδι.
Μήπως πρέπει να στραφούμε προς το «Φως το αληθινόν», το «Φως της
θεογνωσίας», την «Ανατολή των Ανατολών», τον προάγγελο της ανέσπερης
ημέρας, όπου «νυξ ουκ έσται έτι, και ου χρει ...φωτός …, ότι Κύριος ο
Θεός φωτιεί …». (Αποκ., κβ΄ 5).
Υ.Γ. 1: Μετά το πέρας της λειτουργίας τρέχαμε στο σπίτι για να
ψήσουμε γουρνοκρέας. Οσμές και γεύσεις που μας έχουν διαποτίσει
πατόκορφα …
Υ.Γ. 2: Ποιος δε θυμάται το «τχάκι (τοιχάκι)» και το «στριφτό
(σταυρός - εικόνα)»; Ιδιαίτερα στα μουράγια του Παληογιάννη και του
Σούλα γινόταν «το έλα να δεις» …